Η
ανάγκη του λαού να θαυμάσει, οδηγεί το αληθινό δίπλα στο φανταστικό και ανακατεύει το θρύλο με την ιστορία. Ένα τέτοιο φαινόμενο με ασαφή όρια θρύλου-ιστορίας είναι ο Παναγής Κουταλιανός (1847-1916), φημισμένος παλαιστής και αρσιβαρίστας κατά τη δεκαετία 1882-92.
Γεννήθηκε στην Κούταλη της Προποντίδας Ήταν ναυτικός και ανακάλυψε την υπερφυσική του δύναμη σ' ένα ταξίδι του. Με τις περιοδείες του έγινε πασίγνωστος τόσο στην Ευρώπη (Αγγλία, Γαλλία, Βαλκάνια, Ρωσία) όσο και στην Αμερική (Νέα Υόρκη, Βοστόνη, Σικάγο κ.ά.) αλλά και στη Λατινική Αμερική (Αργεντινή, Βραζιλία, Περού). Πολλές πληροφορίες μπορεί να εντοπίσει ο ερευνητής στις εφημερίδες, της τότε εποχής, στις περιοχές αυτές για τον δυνατότερο άνθρωπο του κόσμου. Τον άνθρωπο πουν δε νικούσε μόνο τους πιο άξιους και δυνατούς παλαιστές της εποχής εκείνης, αλλά δάμαζε και άγρια θεριά, λύγιζε σίδερα με την μεγαλύτερη ευκολία και ανύψωνε βάρη, όσα κανείς μέχρι τότε δεν κατάφερε!
Στους αγώνες φορούσε το δέρμα μιας τίγρης, την οποία είχε στραγγαλίσει σ' έναν από τους αγώνες του. Έκανε επιδείξεις της δύναμής του λυγίζοντας σίδερα, σπάζοντας αλυσίδες και βράχια σε όλο τον κόσμο. Ένα από τα κατορθώματά του ήταν να κουβαλά τρία κανόνια, ένα στους ώμους και δύο στα πλευρά του τα οποία κρεμούσε με αλυσίδες δεξιά και αριστερά. Μετά ο ίδιος τα πυροδοτούσε και ενώ, γύρω ο τόπος τρανταζόταν, εκείνος έμενε ατάραχος στη θέση του.
Το 1951, ο Φώτης Κόντογλου στη στήλη του «Κυριακάτικα θέματα» έγραψε για τον Κουταλιανό : «Μου φαίνεται πως κανένα όνομα δεν έδεσε τους έλληνες μεταξύ τους ύστερα από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο όσο ο Κουταλιανός. Γιατί είχε μεγάλη σημασία για μια φυλή ρημαγμένη και φτωχιά, σκόρπια σε κάθε μέρος του κόσμου, βασανισμένη και πολλές φορές στερημένη και πεινασμένη, να βγάλει τον πιο χειροδύναμο άνθρωπο της οικουμένης που έβαζε κάτω όλους τους παλληκαράδες που βγήκανε από έθνη πλούσια, δυνατά και καλοπερασμένα».
Αυτό που γράψω σήμερον το γράφω ίνα το διαβάση η αθλητική νεολαία.
Ο δυνατώτερος άνθρωπος του κόσμου του 19ου αιώνος υπήρξεν ο Παναγής Κουταλιανός. Ο Παναγής Κουταλιανός εγεννήβη εις την Κούτελη της Τουρκίας και εις ηλικίαν 20 ετών έγινε ναύτης σε ένα μεγάλο καράβι από αυτά που κουβαλούσαν το στάρι από τον Δούναβη στη Μεσόγειο, εις τας αποθήκας της Μάλτας.
Μίαν ήμερα ενώ το καράβι ήτο αραγμένο εις την Μάλταν πέντε ναύτες δεν ημπορούσαν να σηκώσουν την άγκυρα: διά να φύγη το καράβι. «Φευγάτε, βρε» τους λέει ο Κουταλιανός, «θα την σηκώσω εγώ, μονός μου». Και πράγματι ο Κουταλιανός εσήκωσε με μεγάλη ευκολία την άγκυρα. Τότε ό πλοίαρχος του καραβιού του λέει: «Παιδί μου, εσύ δεν πρέπει να μείνης στο καράβι ως ναύτης. Να υπάγης εις τα θέατρα να δείξης την μεγάλη σου δύναμη».
Την άνοιξη του έτους 1885 η καθημερινή εφημερίς «Κηκυρίκος» των Πατρών του αποστράτου λοχαγού Βουτσινά έγραψεν ότι «την ερχόμενη Κυριακήν θα δώση παράσταση εις την πλατείαν Γεωργίου ο Παναγής Κουτάλιανός, την 4ην του απογεύματος». Πλήθος κόσμου είχε συναχθή πέριξ της πλατείας και από τα χωριά ακόμη διά να ίδουν τον Έλληνα ήρωα, όπως τον έγραφαν τότε οι εφημερίδες.
Πράγματι, την 4ην ώραν μ.μ. μία άμαξα έφερε τον Κουταλιανόν εις την πλατείαν Γεωργίου, όστις προχωρήσας εις το κέντρον της πλατείας έσκυψε ολίγον προς τα εμπρός και εσήκωσε τας χείρας του, χαιρετήσας το πλήθος, το οποίον του ανταπέδωσε
τον χαιρετισμόν με αυθονα χειροκροτήματα. Τότε ο Παναγής επήγε εις το πλήθος και παρεκάλεσεν ποίοι νομίζουν ότι ήσαν δυνατοί να έλθουν και να σηκώσουν ένα βάρος. Τότε μερικοί εκ του πλήθους, εκείνοι οι οποίοι ενόμιζαν ότι ήσαν δυνατοί επήραν να σηκώσουν ένα από τα δυο βάρη, τα όποια θα εζύγιζαν περί τας 150 οκάδες έκαστον. Αλλά ουδείς ξ αυτών ημπόρεσε να σηκώση έστω και το εν βάρος. Τότε ο Παναγής Κουταλιανός εσήκωσε έκαστον βάρος με τις δύο χείρας του ψηλά και τα εκατέβαζεν και πάλι τα σήκωνε. Εν τω μεταξύ όλο το πλήθος εχειροκροτούσε. Έπειτα έπεσε κάτω εις το έδαφος και δύο άνδρες εκίνησαν ένα μεγάλο βαρέλι περιέχον 150 οκάδες νερό επάνω στο στήθος του. Και ο Παναγής εσήκωνε με τας δύο χείρας του το βαρέλι επάνω και κάτω εις τό στήθος του. Ακολούθως σηκωθείς εδάγκωσε ένα εξάρτημα από το βαρέλι και το εσήκωσε ψηλά με τα δόντια του. Εν συνεχεία επήρε μία σιδερένια ράβδο χοντρή έως μία ίντσα και εκάλεσε μερικούς αν ημπορούσαν να την λυγίσουν με το χέρι τους. Και αφού δεν ημπόρεσε ουδείς πήρε με την δεξιά χείρα του την σιδηράν ράβδον και την εκτύπησε και την ελύγισεν ως εάν να ήτο κερί και έγινε κουλούρα. Μετά εκάλεσε μερικούς από το πλήθος και τους έδωσε ένα ασημένιο τάληρο και τους λέει: «Ποιος μπορεί με τα δάκτυλά του να το γυρίση;». Τότε το πήρε ο Κουταλιανός εις τα δάκτυλά του και το ελύγισε ως εάν να ήτο από ζυμάρι, καθώς και μεταλλικάς χάλκινας δεκάρας ως εάν να ήσαν τσουφλια από αυγά. Έπειτα δύο βοηθοί έφερον ένα μεγάλο κανόνι ενός μέτρου μάκρος και, αφού το εγέμισαν, το αγκάλιασε με την δεξιάν του χείρα και το επυροβόλησαν και δεν εταράχθη ούτε ένα βήμα εμπρός.
Αυτός ήταν ο Κουταλιανός!! Την άλλη ήμεραν τον εκάλεσαν μερικοί αθληταί και του έκαμαν γεύμα εις το ωραίον εξοχικόν κέντρον «η Άνθεια»•των αδελφών Χαραλαμποπούλου.
Αφού έφαγον και συνεζήτησαν με τον Παναγή, ένας Πατρινός ψευτοπαλληκαράς θέλοντας να δείξη ότι και αυτός ήτο δυνατός, είχε με θυμόν προς τον Παναγή: «Εάν είσαι ήρωας ξερίζωσε το δένδρο», ένα δένδρο 50 πόντων διαμέτρου. Ο Παναγής αντί απαντήσεως εγέλαασε. Τότε ο παλληκαράς οπισθοχώρησε τρία βήματα για να βγαλή μία κουμπούρα, θέλοντας να φονεύση τον Κονταλιανόν, για να βγάλη όνομα ότι εφόνευσε τον Παναγή Κουταλιανόν, και ότι ήτο ανώτερος αυτός.
Τον παλληκαρά αυτόν τον εφόνευσε ο Πέτρος Σάγκος. Και ηλευθέρωσε την πόλιν τών Πατρών, όπου ήτο το φόβητρον των ησύχων ανθρώπων.
Ο Κουταλιανός εδόξασε την Ελλάδα εις όλην την Ευρώπην και την Αμερικήν ως ο δυνατώτερος άνθρωπος του κόσμου. Εις Ρίο Iανέιρον της Βραζιλίας κάποτε εις μία αρένα, όπου έκαναν ταυρομαχίας, ενώ ο Παναγής ίστατο διά να σηκώση ωρισμένα βάρη, του απέλυσαν μία τίγρη αμερικανιικήν, η οποία ονομάζεται «πούμα», ήτις εισώρμησε επάνω του να τον κατασπαράξη. Αλλά ο ήρωας Κουταλιανός δεν εφοβήθη. Ώρμησε επάνω της, την έπιασε από την κεφαλή και την σιαγώνα και την άνοιξε εις δυο.
Υπάρχει και σήμερον εις μίαν πλατείαν του Ρίο Iανεΐρου εις μία οδόν Παναγή Κουταλιανού ένα άγαλμα παριστάνον ένα αθλητήν, ο οποίος είχε πιάσει την τίγρη και της είχε ανοίξει το στόμα.
Ο Παναγής εδόξασε το ελληνικόν όνομα εις όλον τον κόσμον. Και τα δύο του παιδιά, έγιναν μεγάλοι αθληταί. Δεν πρέπει η πόλις τών Πατρών να έχη όνομα, σε μία οδόν Παναγή Κουτελιανού, αφού εδόξασε την Ελλάδα;
dete.gr
dete.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου