Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Τουριστική αξιοποίηση των τοπικών προϊόντων υψηλής ποιότητας για την ανάπτυξη της υπαίθρου

ΓΡΑΦΕΙ Η:ΑΝΤΩΝΙΑ ΜΠΟΥΖΑ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΟΥ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ν.Ε.Τ.Π. ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

Η διατήρηση του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού στην ελληνική περιφέρεια , είναι εφικτή , με τη χρησιμοποίηση δύο μεγάλων συγκριτικών πλεονεκτημάτων που έχει η χώρα μας και ιδιαίτερα η ελληνική περιφέρεια: του τουρισμού και της γεωργίας . Μέσα από τον τουρισμό μπορούμε να προσελκύσουμε επισκέπτες και μέσα από τη γεωργία –και την κτηνοτροφία ,να δώσουμε διεξόδους στην υποαπασχόληση και την ανεργία, αλλά και να παράξουμε ποιοτικα αγροτικά προϊόντα , που μπορούν να προσδώσουν προστιθέμενη αξία στο τουριστικό μας προϊόν. Κυρίως λόγω της απουσίας κεντρικού σχεδιασμού, έχει παρουσιασθεί το φαινόμενο, πολλές περιοχές της Χώρας μας να χαρακτηρίζονται από τη διπολική παρουσία, δηλ. αλλού να υπάρχουν υπερφορτωμένοι παραθαλάσσιοι οικισμοί και ζώνες ευνοϊκές για τουρισμό και αλλού άδειοι οικισμοί αλλά και εγκαταλελειμμένα γεωργικά, αγροτοδασικά και δασικά τοπία, σε αρκετές περιπτώσεις, ακόμη και παρατημένα μνημεία που υποφέρουν και καταρρέουν λόγω της ανθρώπινης απουσίας. Αυτή η συνθήκη της ανισοκατανομής ανθρώπων και αλληλοδραστικότητας με το περιβάλλον, που εδράζεται στην ουσία στην ανισοκατανομή τουρισμού και παραθερισμού, βρίσκεται στη ρίζα του προβλήματος της αντι-αειφορικής πορείας πολλών περιοχών της Χώρας μας.Η σοβαρή επιβάρυνση πεδινών παραλιακών περιοχών με εξωγενή περιοδικά πληθυσμιακά ρεύματα τουριστών ,αλλά και εργαζομένων στον τουρισμό καθώς και με ενδογενή, που έλκονται από αγροτικές περιοχές προς τις υπερανεπτυγμένες , έχει ως αποτέλεσμα:
· 1. Την απώλεια παραλιακών, πεδινών και πλέον παραγωγικών τμημάτων της γεωργικής γης ,λόγω αποκλειστικής κατεύθυνσης προς τις τουριστικές δραστηριότητες.
· 2. Την απώλεια παραγωγικότητας γεωργικής γης, λόγω μη ανταγωνιστικότητας των εκεί αγροτικών προϊόντων .
Θα πρέπει λοιπόν να αναζητηθούν και να προωθηθούν ύστερα από προσεκτικό σχεδιασμό και στόχευση, πολιτικές που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τις υφιστάμενες ανισορροπίες.
Βλέπουμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια ,να γίνεται προσπάθεια σε ορισμένες περιοχές που έχουν μεγάλη τουριστική ανάπτυξη , να παραχθούν τοπικά αγροτικά προϊόντα, υψηλής ποιότητας,- προιόντα ΠΟΠ -, να αναδειχθούν και να συσχετισθούν με το τουριστικό προϊόν, που επιβάλλεται να είναι σύνθετο και μοναδικό, προκειμένου να είναι ανταγωνιστικό.
Παρόλα αυτά όμως, υπάρχει ακόμη πρόβλημα στη γεωργία το οποίο είναι περισσότερο ποιοτικό παρά ποσοτικό. Μόλις λίγες δεκαετίες πριν, η γεωργία απορροφούσε την πλεονάζουσα προσφορά εργασίας, ενώ στις μέρες μας, παρατηρείται απαξίωση του γεωργικού επαγγέλματος και γήρανση του πληθυσμού που απασχολείται σε αυτή. Η μη προσαρμογή των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στις νέες κατευθύνσεις της γεωργίας (π.χ. οικολογικά προϊόντα) έχει σαν αποτέλεσμα την παγίδευση σε τρόπους και συστήματα παραγωγής που εκ των προτέρων δεν μπορούν να είναι ανταγωνιστικά. Παράλληλα παρατηρείται σημαντική αδυναμία στις διαδικασίες προβολής και διάθεσης των γεωργικών προϊόντων που παράγονται και διαθέτουν χαρακτηριστικά και ποιότητα που τα διαφοροποιούν, με αποτέλεσμα να μη είναι ευρέως γνωστά και να μην καταλαμβάνουν το μερίδιο της αγοράς που θα τους έπρεπε. Επειδή αυτή η αδυναμία επιβάλλεται να αντιμετωπισθεί, αναγκαιοί η συσχέτιση και η αναζήτηση αμοιβαίων ωφελειών και των 2 αυτών παραγωγικών δραστηριοτήτων δηλ. τουρισμού και γεωργίας-κτηνοτροφίας ,που θα δώσει τα επιπλέον κίνητρα που είναι απαραίτητα, προκειμένου να υποστηριχθούν από τις τοπικές κοινωνίες. Η ένταξη και προώθηση των παραγομένων τοπικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας στην τουριστική αγορά, πρέπει να αποτελεί έναν υψηλό στόχο που πρέπει να κερδηθεί. Παρότι είναι ένας στόχος «κοινής λογικής» και αμοιβαία επωφελής για την τοπική γεωργία και τον τουρισμό, στην πράξη είναι δύσκολος, για να επιτευχθεί πλήρως.Με την πολιτική που είναι αναγκαίο να ακολουθηθεί στον τομέα αυτό, ζητούμενο είναι, να κατορθώσουμε ως Χώρα να ανταποκριθούμε με επιτυχία στην πρόκληση του νέου ανταγωνισµού από τους αναδυόμενους μεσογειακούς προορισµούς, που έχουν ήδη κινηθεί πρωτοπόρα ,ιδιαίτερα σε επίπεδο τιµών- εδώ μπορούμε να πούμε ότι είναι το αδύνατό μας σημείο- παροχής υπηρεσιών και γευστικών εμπειριών, που συναρπάζουν πλέον τους νεοτουρίστες. Αν ανατρέξουμε στα στοιχεία της Ε.Σ.Υ.Ε.,φαίνεται, πως το 2009 οι αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα ήταν 13.601.417, οι οποίοι και παραμένουν στη Χώρα , 5 με 6 ημέρες κατά μέσο όρο περίπου. Εάν αυτό το δυναμικό, κατά την παραμονή του, το δούμε συγχρόνως ως καταναλωτικό δυναμικό των αγροτικών μας προϊόντων, δίνουμε μία σημαντική δυνατότητα απορρόφησης στη γεωργική μας παραγωγή.Για να αναδείξουμε έτι περαιτέρω τη διαφορετικότητα της Ελληνικής γεωργίας, μπορούμε κάλλιστα να προβάλλουμε το μοντέλο ήπιας παραγωγής που εφαρμόζουμε εμείς, σε αντίθεση με το μοντέλο εντατικοποίησης του πρωτογενή τομέα και της κατεύθυνσης της αυξημένης αποδοτικότητας που εφαρμόζεται στην Ευρώπη και έχει περιέλθει σε κρίση λόγω των σκανδάλων που ανεδείχθησαν και αφορούν την υγιεινή των τροφίμων. Η παραδοσιακή γεωργία που δεσπόζει στη χώρα μας παράγει τρόφιμα εγγυημένης ποιότητας της Ελληνικής γης, που καλύπτουν τις απαιτήσεις του σύγχρονου καταναλωτή αλλά και του επισκέπτη, που αποζητά πέραν άλλων συγκινήσεων και την γευστική εμπειρία κατά τη διάρκεια των διακοπών του.Το πάντρεμα των τοπικών αγροτικών προϊόντων με το τουριστικό προϊόν, θα μας δώσει πραγματικές προοπτικές για την ανάπτυξη δράσεων που θα εμπλουτίσουν το «τουριστικό μας χαρτοφυλάκιο» προωθώντας δώδεκα µήνες το χρόνο, όλο το φάσµα των µορφών εναλλακτικού τουρισµού : Τουρισµό Πόλεων – Συνεδριακό Τουρισµό – Αγροτουρισµό – Πολιτιστικό – Διατροφικό – Αθλητικό – Τουρισµό Σκαφών – Εκπαιδευτικό – Θρησκευτικό – Φυσιολατρικό- Καταδυτικό αλλά και άλλες μορφές τουρισμού που μέχρι σήμερα δεν είχαμε προσεγγίσει όπως ο γαστρονομικός τουρισμός ο οποίος θα αποτελέσει, την οδό, μέσα από την οποία θα διοχετεύσουμε τα τοπικά μας προϊόντα και θα προβάλουμε το διατροφικό πολιτισμό και τη γαστρονομία μας. Σ ΄αυτή την προσπάθεια εκτός της Πολιτείας που πρέπει να έχει το συντονισμό και την ευθύνη χάραξης των πολιτικών που πρέπει να ακολουθηθούν, όλοι μπορούν να συμβάλλουν . Κυρίαρχο ρόλο ως είναι φυσικό διαδραματίζουν οι επιχειρηματίες που εμπλέκονται με τον τουρισμό και έχουν επενδύσει σ ΄αυτόν . Επειδή ορισμένοι θεωρώντας ότι, τα αγνά ποιοτικά προϊόντα της Ελληνικής γης, ίσως είναι πιο ακριβά, επιλέγουν να μην τα χρησιμοποιούν . Καλούνται λοιπόν όλοι ,να υιοθετήσουν το πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής, αναδεικνύοντας την υγιεινή της πλευρά , πέραν της γευστικής, υποβοηθώντας την αγροτική οικονομία , βελτιώνοντας και δίνοντας τη μοναδικότητα και την αυθεντικότητα που τόσο αποζητούν όλοι , στο τουριστικό μας προϊόν. Π.χ. στη χώρα μας, το παραγόμενο ελαιόλαδο που κυρίαρχα είναι η βάση της μεσογειακής διατροφής, κατά ποσοστό 90% ανήκει στην κατηγορία του extra παρθένου και ένα μεγάλο ποσοστό απ’ αυτό , ανήκει στην ποιοτική κατάταξη του extrisimo (max 0,3 % οξύτητα). Έχουμε κάθε λόγο λοιπόν να αναδείξουμε το ελαιόλαδό μας ως κάτι το διαφορετικό που δικαιούται να διεκδικήσει από τη διεθνή αγορά μία καλύτερη θέση στα "gourmet" προϊόντα και να προβάλλουμε τη μοναδικότητα του συγκεκριμένου προϊόντος.
Τα τελευταία χρόνια δε , στη Μεσσηνία, με την ένταση της προβολής των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων της ανάδειξης της πανέμορφης και αλώβητης φύσης μας ,αλλά και της μοναδικότητας των προϊόντων μας ,έχουν γίνει σημαντικά βήματα σ΄αυτή την κατεύθυνση, τα οποία καίτοι βρισκόμαστε στη δίνη της οικονομικής κρίσης, έχουμε υποχρέωση να τα συνεχίσουμε , αν θέλουμε να δώσουμε συνέχεια στην ανάπτυξη που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος μας.Βλέπουμε πως ,ενώ π.χ. η Μεσσηνία ,είναι μία περιοχή με παραγωγή 50.000 τόνων ελαιολάδου και της εξαιρετικής βρώσιμης ελιάς (μαυρολιάς )Καλαμάτας , προϊόν ΠΟΠ , αλλά και πολλών άλλων μοναδικών και ιδιαίτερα ποιοτικών αγροτικών προϊόντων-σύκα, κρασί, κηπευτικά και πολλά ακόμη, αλλά και ξεχωριστών κτηνοτροφικών προϊόντων που δίνουν την ξεχωριστή πινελιά της Μεσσηνιακής διατροφής, δεν έχουν ενταχθεί αυτά τα προϊόντα στο σύνολο των κουζινών είτε των ξενοδοχείων είτε των καταστημάτων εστίασης , όπου χρησιμοποιούνται π.χ σπορέλαια και άλλα κατώτερης διατροφικής αξίας και ποιότητας προϊόντα. Ενδεικτικά έρευνες αναφέρουν, ότι σε τουρ.μονάδες 5 αστέρων, υπολογίζεται ότι η κατανάλωση ελαιολάδου είναι μόνο το 23% της συνολικής κατανάλωσης ελαίων, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό αντιστοιχεί στα σπορέλαια.Από πλευράς μας δηλ. της ΝΕΤΠ επειδή εγκαίρως αναγνωρίσθηκε η σημασία του παντρέματος των προϊόντων με τον τουρισμό ,έχει γίνει προσπάθεια για να ενταχθούν τα προϊόντα μας στις κουζίνες των ξενοδοχείων μας και έχει ζητηθεί από τους Μεσσήνιους επιχειρηματίες να πρωτοτυπήσουν δημιουργώντας π.χ. Μεσσηνιακό πρωινό βασιζόμενο στην τοπική μας γαστρονομία, ξεφεύγοντας από τα συνηθισμένα και ξένα προς τις δικές μας συνήθειες προσφερόμενα.Έτσι θα καινοτομήσουμε, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι ο ανταγωνισμός στον τομέα του τουρισμού είναι ιδιαίτερα σκληρός και αδυσώπητος και όσοι καινοτομούν και δεν υποτιμούν το θησαυρό που έχουν στην πόρτα τους κερδίζουν. Βλέπουμε τις χώρες της Μεσογείου που είναι άμεσα συγκρίσιμες με εμάς να πρωτοτυπούν και να κάνουν στοχευμένα βήματα σ΄αυτή την κατεύθυνση, εφαρμόζοντας συγκεκριμένη στρατηγική ,σε αντίθεση με τη Χώρα μας ,όπου η έλλειψη κεντρικού τουριστικού σχεδιασμού , αποδυναμώνει τα ισχυρά ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα.
Εκεί που πρέπει λοιπόν να επικεντρωθούμε σαν τοπική κοινωνία , είναι στη συνεργασία και την άμιλλα για ποιοτικές υπηρεσίες τουρισμού.Αυτό είναι εφικτό να γίνει με πολλούς τρόπους, όπως την προώθηση του τοπικού συμφώνου ποιότητας, για το οποίο ήδη στη Μεσσηνία έχουν μπει οι βάσεις για την περαιτέρω διεύρυνση του και το οποίο θα ενισχύσει την κατεύθυνση της αναγκαίας διαφοροποίησης του υπάρχοντος τουριστικού μας προϊόντος ενσωματώνοντας στοιχεία παραδοσιακής κληρονομιάς (αρχιτεκτονική, γαστρονομία κλπ), δηλαδή την ταυτότητα της περιοχής , έχοντας σαν κύριο σκοπό τη διαφύλαξη ή και την προαγωγή του καλού της ονόματος ως μια «συλλογική περιουσία» που ανήκει σε όλους και που πρέπει να διαφυλαχθεί. Αυτό θα αναβαθμίσει τον τόπο ποιοτικά, θα τον κάνει διακριτό, ελκυστικό, επιζητούμενο και ισχυρό τουριστικό προορισμό . Ακόμη με την ένταξη των Γαστρονομικών Εμπειριών στον Πυρήνα του Τουριστικού μας Προϊόντος . Με την Αναβάθμιση των Προγραμμάτων Εκπαίδευσης και Κατάρτισης των Τοπικών Επαγγελματιών.Με την Ενδυνάμωση της σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με την τουριστική δραστηριότητα και η ενίσχυση της αγοράς τοπικών προϊόντων από επισκέπτες. Με την Προώθηση της Χρήσης Τοπικών Προϊόντων και Ανάδειξης της Παραδοσιακής Μεσσηνιακής Κουζίνας.Με την ανάδειξη του Μεσσηνιακού Ελαιολάδου και άλλων προϊόντων της Μεσσηνιακής γης μέσα από αναβαθμισμένο προωθητικό υλικό και εμπεριστατωμένους οδηγούς. Πιστεύω αγαπητοί φίλοι πως γίνεται πλέον συνείδηση σε όλους μας , ποία βήματα πρέπει να ακολουθήσουμε , για να πετύχουμε την ενίσχυση και των 2 αυτών σημαντικών κλάδων της Εθνικής μας Οικονομίας, μίας Οικονομίας που δυστυχώς εξ αιτίας πολλών παραγόντων,παραπαίει . Μοναδικοί πυλώνες ανάπτυξης του τόπου μας τολμώ να πω είναι αυτοί οι κλάδοι.Ας δούμε σοβαρά τις προοπτικές και ας επιλύσουμε τα προβλήματα , το έχει ανάγκη η οικονομία μας , το έχει ανάγκη ο τόπος μας !!!